Σαν χθες το Λονδίνο, πολύ κοντά πλέον το Ρίο. Από την Ευρώπη στην Αμερική και μετά στο Ασιατικό 2020. Και επειδή ο χρόνος κυλά αμείλικτα, οι υποψήφιες πόλεις που επιθυμούν να φιλοξενήσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024, έχουν ήδη ξεκινήσει εντατικά μαθήματα Ολυμπιακής υποψηφιότητας.
Τα προγνωστικά, τα φαβορί, τα πλεονεκτήματα και οι αδυναμίες των υποψηφιοτήτων , έχουν λάβει ήδη σημαίνουσα θέση στην μακρόχρονη και επίπονη κούρσα της Ολυμπιακής επικράτησης. Η λογική αλλά και ο νόμος των πιθανοτήτων προεξοφλούν διοργάνωση επί Ευρωπαϊκού εδάφους, καθώς τέσσερις από τις πέντε πόλεις που έχουν καταθέσει φάκελο, ανήκουν στη Γηραιά ήπειρο. Από τη μία, οι επί σειρά ετών ‘αποτυχημένες’ Ρώμη και Παρίσι, από την άλλη, οι νεοφερμένες Βουδαπέστη και Αμβούργο. Άπασες, έχουν ποντάρει στην λογική αλληλουχία της Ολυμπιακής αλυσίδας : Αμερική 2016, Ασία 2020 και ελλείψει κατάθεσης φακέλου από την Αφρική και την Ωκεανία, Ευρώπη 2024. Μήπως όμως το συγκεκριμένο σενάριο είναι πολύ πρακτικό για να βγει αληθινό;
Το παζλ των υποψήφιων πόλεων για το 2024 συμπληρώνει το Λος Άντζελες. Σε πρώτη ανάγνωση δημιουργείται η εύλογη απορία: Μα πως είναι δυνατόν; Η διοργάνωση των Αγώνων από το Λος Άντζελες το 1984 είναι ακόμα νωπή. Η δεύτερη και αναλυτικότερη όμως σκέψη οδηγεί σε δύο σημαντικά ατού της Αμερικανικής πόλης. Το πρώτο αφορά στο γεγονός ότι αρκεί και μόνο η ύπαρξη μια υποψηφιότητας από της Ηνωμένες Πολιτείες για να την χρίσει δυναμικό φαβορί, με σοβαρές πιθανότητες τελικής επικράτησης. Το δεύτερο πλεονέκτημα αγγίζει τα όρια της επιτακτικής επιστροφής μιας διοργάνωσης Ολυμπιακών Αγώνων στη γη του Κολόμβου. Λος Άντζελες 1984 – Ατλάντα 1996, σαράντα και είκοσι οκτώ έτη αντίστοιχα μέχρι του Αγώνες του 2024.
Σε δύο χρόνια το τοπίο θα έχει ξεκαθαρίσει. Αφού βεβαίως θα έχουμε γίνει μάρτυρες έντονων διεργασιών και ζυμώσεων, άσπονδων και ‘φιλικών’ επιθέσεων, διηπειρωτικών και διπολικών ανταγωνιστικών αισθημάτων, μυριάδων χειραψιών και διπλωματικών υποσχέσεων…